Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Ουρολογικό σύνδρομο Γάτας.



Με τον όρο ουρολογικό σύνδρομο της γαλής Feline Urological Syndrome (FUS) θα περιγραφεί εδώ εκείνο το κλινικό σύνδρομο, που απορρέει από τον υπερκορεσμό του ούρου με κρυσταλοειδή του εναμμώνιου φωσφορικού μαγνησίου, τα οποία κρυσταλλούμενα καθιζάνουν και προκαλούν τις διαταραχές της ούρησης, συχνοουρία, δυσουρία, αιματουρία και στις περισσότερες των περιπτώσεων μερική ή και πλήρη κατακράτηση του ούρου λόγω έμφραξης της ουρήθρας.
Προσβάλλονται κυρίως νεαρά ενήλικα, αρσενικά ζώα διατρεφόμενα με βιομηχανικής παραγωγής ξηρά τροφή και τα οποία διαβιούν συνήθως αποκλειστικά μέσα στο σπίτι. Συνηθέστερα προσβάλλονται τα ευνουχισμένα αρσενικά και πολύ σπάνια τα θηλυκά. Άλλοτε αποτελούσε ένα ιδιαίτερης σημασίας νόσημα, αφού αναφέρεται ότι τα περιστατικά με FUS, αντιπροσώπευαν περί το 1% έως το 6% των νοσολογικών προβλημάτων της γάτας. Τα ποσοστά αυτά διαφοροποιούνται ανάλογα με τις τοπικές κατά περιοχές συνθήκες διατροφής και διαβίωσης, την εποχή του έτους και την παρεχόμενη κτηνιατρική περίθαλψη. Σήμερα όμως η βελτίωση της ποιότητας των βιομηχανοποιημένων τροφών και ειδικότερα ελάττωση περιεκτικότητας αυτών σε Mg ++ καθώς και η αλλαγή του τρόπου παράθεσης της τροφής, έχουν μειώσει σημαντικά τον αριθμό των κρουσμάτων.

Αιτιοπαθογένεια

Στην αιτιολογία του ουρολογικού συνδρόμου της γαλής εμπλέκονται πολύ παράγοντες και παρά την πλούσια σχετική βιβλιογραφία αρκετά σημεία παραμένουν αδιευκρίνιστα. Μεταξύ των παραγόντων που προδιαθέτουν σε αυτό αναφέρονται:
  • Ηλικία, προσβάλλοντα ζώα ηλικίας 1 ως 6 ετών
  • Φυλή, περισσότερο ευαίσθητη η Περσική γάτα και ελάχιστα αυτή του Σιάμ.
  • Εποχή, τα κρούσματα παρατηρούνται τους ψυχρούς μήνες του έτους και φαίνεται ότι η εποχή σχετίζεται με την μειωμένη δραστηριότητα και την ελάττωση της πρόσληψης ύδατος.
  • Περιβάλλον – συνθήκες διαβίωσης, η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών αφορά ζώα που ζούν αποκλειστικά μέσα στο σπίτι, όπου είναι ελαττωμένη η κινητικότητα – δραστηριότητά τους καθώς και η συχνότητα ουρήσεων που τελικά οδηγεί σε μεγαλύτερη συμπύκνωση του ούρου.
  • Ευνουχισμός, αν και η αιτιολογία του συνδρόμου δεν σχετίζεται με ορμονικούς παράγοντες, έμμεσα συμβάλλει γιατί μειώνεται η δραστηριότητα των ζώων, αυξάνεται το σωματικό τους βάρος και πιθανώς επιδρά και στην ανάπτυξη της ουρήθρας.
Ως κύριοι αιτιολογικοί παράγοντες θεωρούνται εκείνοι που σχετίζονται με μεταβολές σε ορισμένα χαρακτηριστικά του ούρου και συγκεκριμένα το PH, την πυκνότητα (ΕΒ) και την παρουσία κρυσταλλοειδών του εναμμώνιου φωσφορικού Μαγνησίου (στρουβίτης) MgNH4PO46H2O. Το όξινο PH ευνοεί την διαλυτότητα του στρουβίτη αλλά και γενικά των φωσφορικών αλάτων, αντίθετα σε αλκαλικό περιβάλλον (pH> 6,4 ως 6,8) αυτά κρυσταλλούνται και κατακρημνίζονται. Επομένως παράγοντες που ευνοούν την αλκαλοποίηση του ούρου όπως ουρολοιμώξεις, δίαιτα, φάρμακα, δημιουργούν κατάλληλο υπόστρωμα για την εμφάνιση του συνδρόμου. Ειδικότερα δε, σ’ότι αφορά τη δίαιτα, έχει αποδειχθεί ότι μετά τη λήψη του γεύματος τα ούρα τείνουν να γίνουν αλκαλικά, με στόχο να αντισταθμίσουν την απώλεια ιόντων υδρογόνου με το γαστρικό υγρό. Η αλκαλικότητα του ούρου διαρκεί ως και οκτώ ώρες μετά το γεύμα. Έτσι, όταν στα ζώα η τροφή παρατίθεται κατά βούληση και επομένως αυτά προσλαμβάνουν πολλά μικρά γεύματα, τα ούρα τείνουν να γίνουν αλκαλικά όλο το εικοσιτετράωρο.
  • Σχετικά με την πυκνότητα του ούρου, οι γάτες ως καταγόμενες από προγόνους που διαβιούσαν σε ερήμους, έχουν ιδιαίτερη ικανότητα συμπύκνωσης του ούρου, ώστε και σήμερα ως οικόσιτες, εξακολουθούν κάτω από φυσιολογικές συνθήκες να παράγουν πυκνό ούρο (φυσιλογικό Ε.Β.> 1035). Έτσι , παράγοντες που ευνοούν την περαιτέρω συμπύκνωσή τους, οδηγούν σε υπερκορεσμό του ούρου σε κρυσταλλοειδή και τελικά στην κατακρήμνηση αυτών. Τέτοιος παράγοντας είναι η ποιότητα της τροφής και η συχνότητα των ουρήσεων. Η διατροφή των ζώων αποκλειστικά με ξηρή βιομηχανοποιημένη τροφή ενοχοποιήθηκε γιατί προκάλεσε έκρηξη κρουσμάτων FUS.
  • Η ξηρή τροφή έχει μικρότερη πεπτικότητα και προσκομίζει λιγότερες θερμίδες/g.Ξ.Ο., σε σχέση με τις κονσέρβες. Έτσι για την κάλυψη των αναγκών τους, οι γάτες καταναλώνουν μεγαλύτερο όγκο τροφής, προσλαμβάνουν περισσότερα μεταλλικά στοιχεία και βεβαίως Mg++ . παραπέρα η μικρή πεπτικότητα οδηγεί σε μεγαλύτερο όγκο κοπράνων και επομένως συμπαρασύρουν με αυτά μεγάλες ποσότητες ύδατος ώστε τελικά να παράγουν λιγότερο και πυκνότερο ούρο, υπερκορεσμένο από κρυσταλλοειδή, που κατακρημνίζονται υπό μορφή κρυστάλλων. Εξάλλου, η μειωμένη παραγωγή ούρου ελαττώνει τη συχνότητα των ουρήσεων, γεγονός που φαίνεται ότι ευνοεί την παραμονή στην ουρήθρα βλεννοπρωτεϊνών κυτταρικών υπολειμμάτων και κρυστάλλων στρουβίτη, ώστε να ευνοείται περαιτέρω η μεταξύ τους συγκόλληση και ο σχηματισμός του βύσματος, που εμφράσει την ουρήθρα.
  • Τέλος σε ό,τι αφορά την παρουσία κρυστάλλων MgNH4PO46H2O, στο ουρο (κρυσταλλουρία), φαίνεται ότι τροφές με μεγάλη περιεκτικότητα Mg ++ ευνοούν την αύξηση της συγκέντρωσής τους στο ούρο. Συμπερασματικά μπορεί να λεχθεί ότι πρόκειται για ένα νοσολογικό σύνδρομο πολυπαραγοντικής αιτιολογίας όπου κυρίαρχο ρόλο φαίνεται να παίζουν η διατροφή (τροφές με μεγάλη περιεκτικότητα σε Mg ++ και με μικρή πεπτικότητα) η μειωμένη παραγωγή ούρου και η αλκαλοποίηση αυτού. Από τη στιγμή λοιπόν που συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, οι κρύσταλλοι του εναμμώνιου φωσφορικού μαγνησίου συσσωρεύονται στην κύστη και στην ουρήθρα. Γωνιώδεις καθώς είναι φαίνεται ότι τραυματίζουν το βλεννογόνο ιδιαίτερα κατά τη δίοδό τους από την ουρήθρα προκαλούν άσηπτη φλεγμονή σπασμό της ουρήθρας που σε συνδυασμό με την παρουσία βλεννοπρωτεϊνών οδηγούν σε μερική ή και πλήρη έμφραξη της ουρήθρας.

Συμπτώματα

Ύστερα από όσα εκτέθηκαν παραπάνω είναι κατανοητό, ότι η κλινική εικόνα των προσβληθέντων ζώων θα κυριαρχείται από ποικίλου βαθμού και έντασης, διαταραχές της ούρησης. Στο ιστορικό των ασθενών αναφέρονται:
  • Αύξηση της συχνότητας των ουρήσεων (συχνοουρία) και αποβολή μικρών ποσοτήτων ούρων (στραγγουρία), επώδυνη ούρηση (δυσουρία) ή ότι το ζώο ουρεί έξω από την άμμο υγιεινής. 
  • Ακόμη παρουσιάζει συνεχή λήξη των γεννητικών οργάνων και αυτό που τελικά θορυβεί περισσότερο τους ιδιοκτήτες είναι η μακροσκοπική αιματουρία, που αποτελεί και τη συνηθή αιτία προσκόμισης των ζώων, για εξέταση. 
  • Σε λιγότερο επιτηρούμενα ζώα τα παραπάνω απουσιάζουν απο το ιστορικό και φυσικά αναφέρονται οι εκδηλώσεις της οξείας νεφρικής ανεπάρκειας (μετανεφρικής αιτιολογίας) όπως ανορεξία, κατάπτωση, έμετος, επιληπτοειδής κρίσεις.
  • Τέλος σε πολλές περιπτώσεις τα ζώα προσκομίζονται σε κωματώδη κατάσταση (ουραιμικό κώμα). Κατά την κλινική εξέταση τα συμπτώματα που παρατηρούνται ποικίλουν ανάλογα αν υπάρχει έμφραξη της ουρήθρας και κατακράτηση του ούρου ή όχι.
Στην περίπτωση που τα ζώα βρίσκονται σε καλή φυσική κατάσταση, μπορεί να παρουσιάζουν επείξη για ούρηση, η ούροδόχος κύστη να είναι κενή ή να περιέχει μικρή ποσότητα ούρου, ενώ στο έξω στόμιο της ουρήθρας ή και σ’όλο το πέος για τα αρσενικά, παρατηρείται οίδημα ή και νέκρωση από τη συνεχή λείξη. Στο βρεγμένο γύρω τρίχωμα μπορεί να εντοπιστούν, με την αφή, κρύσταλλοι στρουβί. Στο ούρο μπορεί να διαπιστωθεί, μακροσκοπικά ή μικροσκοπικά, αιματουρία και στο ίζημα αφθονούν οι κρύσταλλοι εναμμώνιου φωσφορικού μαγνησίου και ερυθρά αιμοσφαίρια.
Στην δεύτερη περίπτωση όπου υπάρχει έμφραξη και ανάλογα με το αν αυτή είναι πλήρης ή όχι, καθώς και από το χρόνο που παρήλθε από την έμφραξη διαπιστώνονται κατακράτηση του ούρου στην ουροδόχο κύστη, η οποία παρουσιάζεται σε διάφορο βαθμό διατεταγμένη και για το λόγο αυτό παρατηρείται και διάσταση των κοιλικών τοιχωμάτων. Στα γεννητικά όργανα διαπιστώνονται οι αλλοίωσεις που προηγούμενα αναφέρθηκαν.
Τέλος όταν η κατακράτηση είναι πλήρης μπορεί να παρατηρηθούν και συμπτώματα οξείας αζωθαιμίας όπως αφυδάτωση, έμετοι, διαταραχές του καρδιακού ρυθμού (υπερκαλιαιμία) κ.λ.π. Η αζωθαιμία διαπιστώνεται εργαστηρικά στο πρώτο εικοσιτετράωρο από την έμφραξη, ενώ ύστερα από 48 ώρες παρατηρούνται και συμπτώματα αυτής όπως κατάπτωση και έμετος, ενώ 72 ως 98 ώρες ύστερα από την εγκατάσταση πλήρους έμφραξης της ουρήθρας τα ζώα πέφτουν σε κώμα και πεθαίνουν. Στα εργαστηριακά ευρήματα από το ούρο, που προηγούμενα αναφέρθηκαν, πέρα του ότι αυτά είναι έντονα αιμορραγικά, λόγω βαριάς άσηπτης κυστίτιδας, προστίθεται και αυτά από το αίμα, που σχετίζονται με την αζωθαιμία όπως αύξηση ουρίας, κρεατινίνης, Κ, Ρ και τα λοιπά ευρήματα της οξείας νεφρικής ανεπάρκειας, που έχουν ήδη αναφερθεί στο αντίστοιχο κεφάλαιο.

Διάγνωση

Η διάγνωση θα στηριχτεί στην παρουσία διαταραχών της ούρησης (συχνουρία, αιματουρία, δυσουρία), σε νεαρά ενήλικα ζώα (1 ως 6 ετών), που διαβίουν αποκλειστικά στο σπίτι. Παραπέρα, το είδος της παρεχόμενης τροφής και ο τρόπος παράθεσης αυτής συμβάλλειστο να στρέψει την προσοχή μας στη νόσο. Από την εξέταση του ούρου χαρακτηριστική ειναι η παρουσία άφθονων μικροσκοπικών ή υπό μορφή κόκκων άμμου κρυστάλλων στρουβίτη, η παρουσία αίματος και η απουσία βακτηρίων (ουρολοίμωξης). Η διαφορική διάγνωση είναι ιδιαίτερα αναγκαία στα πολύ νεαρά ή στα υπερήλικα ζώα.
Ειδικότερα στα νεαρά ζώα θα πρέπει να επισημανθούν οι συγγενεις ανωμαλίες (εκκολπώματα, της ουροδόχου κύστεως, ανωμαλίες του ουραχού) τα τραύματα χειρουργικά ή άλλα και οι νευρολογικές διαταραχές λόγω βλάβης στην παρεγκεφαλίτιδα ή στον νωτιαίο μυελό (ιερά νευροτόμια). Αντίθετα, στα ενήλικα και υπερήλικα ζώα η διαφορική διάγνωση πρέπει να στρέφεται κυρίως στην παρουσία νεοπλασιών στην ουροδόχο κύστη τον προστάτη και την ουρήθρα, στις λιθιάσεις στις ουρολοιμώξεις και στις διαταραχές της ούρησης νευρογενούς αιτιολογίας.

Θεραπεία

Η αντιμετώπιση των περιστατικών με ουρολογικό θα είναι ανάλογη με την κλινική εικόνα των προσκομιζόμενων ζώων. Σε όλες τις περιπτώσεις η επιτυχής αντιμετώπιση βασίζεται και στην καλή συνεργασία κτηνιάτρου και του ιδιοκτήτη του ζώου. Ειδικότερα σε ζώα χωρίς έμφραξη της ουρήθρας η θεραπευτική αγωγή είναι καθαρά συντηρητική και περιλαμβάνει
  • τη διακοπή χορήγησης ξηρής τροφής
  • την ελάττωση της πυκνότητας του ούρου, αυξάνοντας την πρόληψη ύδατος και
  • χορήγηση οξινοποιητών του ούρου. Στα περιστατικά που παρουσιάζουν έμφραξη της ουρήθρας και κατακράτηση του ούρου εφ’όσον αυτή είναι πρόσφατη και τα ζώα είναι σε καλή φυσική κατάσταση, προέχει η άρση του εμποδίου με την εισαγωγή καθετήρα. Στις περιπτώσεις που είναι αδύνατη η εισαγωγή καθετήρα κενούται η ουροδούχος κύστη με παρακέντηση και προετοιμάζεται το ζώο για τη χειρουργική αντιμετώπιση.
του Βασιλείου Ι. Κoντού
Διδάκτωρ Κτηνιατρικής Σχολής Α.Π.Θ. & Τέως
Επικ. Καθηγητής της Παθολογικής Κλινικής της
Καθηγητής στην Εθν. Σχολή Δημόσιας Υγείας
Αντιπρόεδρος στο Δ.Σ. της Ελλ. Κτην. Εταιρείας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου